Μεταμόσχευση Νεφρού

Μεταμόσχευση Νεφρού

Η μεταμόσχευση νεφρού είναι η θεραπεία εκλογής των ασθενών τελικού σταδίου χρόνιας νεφρικής νόσου. Οι νεφροί προέρχονται από ζώντες συγγενείς δότες ή εγκεφαλικά νεκρούς ή προσφάτως θανόντες δότες. Με τον όρο «εγκεφαλικός θάνατος» εννοούμε το θάνατο του εγκεφαλικού στελέχους.

Όλοι οι ασθενείς τελικού σταδίου χρόνιας νεφρικής νόσου θεωρητικά είναι δυνητικά υποψήφιοι νεφρικής μεταμόσχευσης. Η μεταμόσχευση νεφρού παρά το ότι είναι μια απλή σχετικά χειρουργική επέμβαση, δεν είναι μια απλή υπόθεση, τόσο για τον λήπτη όσο και για την ομάδα του μεταμοσχευτικού κέντρου. Ο ασθενής μετά την μεταμόσχευση θα πρέπει να λάβει ισχυρή ανοσοκατασταλτική αγωγή (π.χ. στεροειδή, κυκλοσπορίνη, αζαθειοπρίνη, μυκοφαινολάτη, tacrolimus, ραπαμυκίνη, αντισωματική θεραπεία). Για να αποφευχθούν επιπλοκές απ' τη λήψη αυτής της αγωγής, ο λήπτης του νεφρικού μοσχεύματος θα πρέπει να εκτιμηθεί από την ομάδα του μεταμοσχευτικού κέντρου πριν την χειρουργική επέμβαση, για την καταλληλότητα του. Πέρα απ' το λεπτομερές ιατρικό ιστορικό του πιθανού λήπτη, είναι εξίσου απαραίτητη η λεπτομερής κλινική εξέταση, ο εκτεταμένος εργαστηριακός και ακτινολογικός έλεγχος.

Πρέπει να αποκλεισθεί η ύπαρξη διανοητικής νόσου, η ύπαρξη αίματος στα κόπρανα, η στεφανιαία νόσος. Οι άνδρες άνω των 40 ετών πρέπει να εξετάζουν τον προστάτη. Οι γυναίκες να κάνουν test Pap, εξέταση πυέλου και άνω των 40 ετών να κάνουν μαστογραφία. Οι καπνιστές θα πρέπει να κόψουν το κάπνισμα. Το κατώτερο ουροποιητικό σύστημα θα πρέπει να είναι αποστειρωμένο πριν την μεταμόσχευση, που επιβεβαιώνεται με γενική και καλλιέργεια ούρων. Χρειάζεται κυστεογραφία και ουροδυναμική μελέτη αν υπάρχει υποψία γενετικών ανωμαλιών. Η κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση θα πρέπει να διορθώνεται πριν την μεταμόσχευση.

Για ποιες περιπτώσεις πρέπει να γίνονται χειρουργικές επεμβάσεις πριν τη μεταμόσχευση;

  • Νεφρεκτομή: Μεγάλοι πολυκυστικοί νεφροί (ετερόπλευρη), χρόνια παρεγχυματική φλεγμονή, χρόνια παλινδρόμηση με φλεγμονή, σοβαρή λευκωματουρία, ανεξέλεγκτη υπέρταση, φλεγμονώδη νεφρολιθίαση.
  • Σπληνεκτομή: Ασυμβατότητα ομάδας αίματος (ΑΒΟ) δότη / λήπτη
  • Χολοκυστεκτομή: Χολολιθίαση
  • Κολεκτομή: Ιστορικό εκκολπωματίτιδας
  • Προστατεκτομή: Υπερτροφία προστάτη, που μπορεί να προκαλέσει αποφρακτική ουροπάθεια στο μόσχευμα
  • Επαναγγείωση στεφανιαίων αγγείων: Στεφανιαία νόσος

Ποιες είναι οι αντενδείξεις για νεφρική μεταμόσχευση;

  • Κίρρωση (εκτός αν γίνει συνδυασμένη μεταμόσχευση νεφρού- ήπατος)
  • Χρόνια αναπνευστική ανεπάρκεια (κίνδυνος κατά τη γενική αναισθησία)
  • Σοβαρή περιφερική αγγειοπάθεια
  • Ενεργό πεπτικό έλκος (μέχρι να θεραπευθεί, φαρμακευτικά ή χειρουργικά)
  • Στεφανιαία νόσος (αντιμετώπιση πριν την μεταμόσχευση με αγγειοπλαστική ή αορτοστεφανιαία παράκαμψη)
  • Μη αναστρέψιμη συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια (εκτός αν γίνει συνδυασμένη μεταμόσχευση νεφρού-καρδιάς)
  • Ενεργός συστηματικός ερυθηματώδης λύκος
  • Ενεργός λοίμωξη από τον ιό της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας (HIV)
  • Ενεργός χρόνια φλεγμονή (οστεομυελίτιδα, άτονα έλκη σε διαβητικούς, ενεργός φυματίωση, υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις, περιτονίτιδες)
  • Ασθενείς θετικοί σε ηπατίτιδα Β (αυξημένος κίνδυνος θανάτου, λόγω αναζωπύρωσης της ιαιμίας μετά την μεταμόσχευση λόγω ανοσοκαταστολής)
  • Ανεξέλεγκτος καρκίνος
  • Ψυχιατρικά νοσήματα
  • Μη συμμόρφωση σε προηγούμενη θεραπεία (υψηλού κινδύνου ασθενείς για απώλεια μοσχεύματος, λόγω μη καλής συμμόρφωσης στη θεραπεία)
  • Ασυμβατότητα ομάδας αίματος (ΑΒΟ) (αυξημένες πιθανότητες υπεροξείας ή επιταχυνόμενης απόρριψης μοσχεύματος)
  • HLA ασυμβατότητα (όσο καλύτερη η συμβατότητα των αντιγόνων HLA-A, HLA-B, HLA-DR μεταξύ του δότη και λήπτη, τόσο καλύτερη η έκβαση της μεταμόσχευσης)
  • Διασταυρούμενη συμβατότητα (cross-matching) όταν είναι θετικό δεν επιτρέπεται η μεταμόσχευση, λόγω αυξημένου κινδύνου υπεροξείας και αγγειακής απόρριψης κατά την πρώιμη μετά την μεταμόσχευση περίοδο.

 

Τι επιπλοκές μπορεί να εμφανιστούν μετά τη μεταμόσχευση;

Ένας άνθρωπος μπορεί να ζήσει φυσιολογικά με ένα νεφρό. Μετά όμως από μια μεταμόσχευση νεφρού είναι απαραίτητη η αυστηρή τήρηση της θεραπείας, η πραγματοποίηση τακτικών εργαστηριακών εξετάσεων παρακολούθησης της λειτουργίας του μεταμοσχευμένου νεφρού και των επιπέδων διαφόρων φαρμάκων, έτσι ώστε να αποφευχθούν ανεπιθύμητες επιπλοκές.

Οι επιπλοκές μιας μεταμόσχευσης διακρίνονται σε πρώιμες και όψιμες. Οι πρώιμες είναι η πτωχή νεφρική λειτουργία, πιθανά λόγω οξείας απόρριψης, τοξικότητας από κυκλοσπορίνη, από ισχαιμία πριν την επαναγγείωση του νεφρού, λόγω προ- και μετανεφρικών προβλημάτων, λοίμωξης από μεγαλοκυτταροϊό ή ιό EbsteinBarr. Οι όψιμες είναι η απώλεια νεφρικής λειτουργίας ως αποτέλεσμα χρόνιας απόρριψης ή υποτροπής της πρωτοπαθούς νόσου στο μόσχευμα, η υπέρταση, η υπερλιπιδαιμία, η οστεοπόρωση, ο καρκίνος του δέρματος, τα λεμφώματα, το σάρκωμα Kaposi, οι νεοπλασίες του γεννητικού συστήματος, το πεπτικό έλκος, οι ψυχιατρικές διαταραχές, ο σακχαρώδης διαβήτης, τα καρδιαγγειακά προβλήματα και άλλα.

Πότε πρέπει να γίνεται η μεταμόσχευση;

Ο καταλληλότερος χρόνος για τη μεταμόσχευση από συγγενή ζώντα δότη στο παρελθόν περιορίζονταν αποκλειστικά μετά την ένταξη του στην μέθοδο υποκατάστασης της νεφρικής λειτουργίας του. Τελευταία συνιστάται να γίνεται έγκαιρα, πριν την έναρξη της υποκατάστασης του ασθενούς. Δηλαδή μόλις η κάθαρση κρεατινίνης του φθάσει στο 10 ml/min ή 15 ml/min για τα παιδιά και τους διαβητικούς. Όταν δηλαδή, η γενική κατάσταση του είναι ακόμα αρκετά καλή και έχει αρκετά κακή νεφρική λειτουργία για να απαιτείται μεταμόσχευση.

Όσον αφορά τους πιθανούς λήπτες μοσχεύματος από ζώντες ή θανόντες δότες, για την καλύτερη έκβαση μιας μελλοντικής μεταμόσχευσης νεφρού συνιστάται αυστηρή τήρηση της φαρμακευτικής τους αγωγής και καλής επάρκειας της θεραπείας υποκατάστασης της νεφρικής τους λειτουργίας (αιμοκάθαρσης ή περιτοναϊκής κάθαρσης)